,

Η ευθύνη, θα είναι πάντα όλη δική μας….!

Γράφει η Σταυρούλα Ζάμπρα
Δεν απάντησα σε καμία κλήση από το πρωί.
Και όταν νιώθεις πως σου τελειώσαν οι λέξεις, σημαίνει πως έφτασες στον τερματικό σταθμό των συναισθημάτων σου, κατέβα.
Τι υπέροχο θα ήταν να ταξιδεύει κανείς μια τέτοια νύχτα.
Γλυκό καλοκαιρινό αεράκι. Καταγάλανα νερά και μυρωδιές καλοκαιριού. Κάπου κάπου στις άκρες του ουρανού, αποχρώσεις κόκκινου και λευκού.
Μπερδεύτηκαν με την θλίψη μου όλα τα χρώματα και οι μουσικές της φύσης.
Να φύγω από δω. Προς όποια κατεύθυνση. Ένιωθα μια πελώρια φυγή…
Ίσως σε κάποιο νησί.
Ίσως στην Κρήτη.
Να πιάσω το μεϊντάνι, να τρώω γραβιέρες του σκασμού, να πίνω καμία τσικουδιά και όταν συναντήσω και εκεί ανθρώπους ανερμάτιστους που λεν ανοησίες να απαντώ “Δεν κατέχω πράμα”
Ίσως…
Το πλοίο φεύγει στις εννιά. Έβαλα στη  βαλίτσα τα φουστάνια μου, μια χτένα και ένα παλιό βινύλιο, δώρο του πατέρα, για να ακούω μουσική τα πρωινά.
Άφησα ένα γράμμα στο μπαλκόνι της γειτόνισσας. Ήξερα πως το πρωί η μπόρα που θα έρθει, θα την κάνει να με αναζητήσει, για  να προφυλάξω τον βασιλικό που έχω φυλαγμένο σε μια γωνιά του μπαλκονιού μου. Ίδια, μονότονη και συνάμα τόσο γλυκιά συνήθεια τόσα και τόσα χρόνια.
Μάζεψα τα βιβλία μου. Πάνω πάνω, τι ειρωνεία, το αγαπημένο μου “η μοναξιά είναι από χώμα”.
Δώρο σε κάποιον ανυποψίαστο ακόμα  περαστικό, για το μάταιο ξόδεμα του στη ζωή.
Έβαλα το εισιτήριο στην τσέπη μου. Διάβασα συλλαβή, συλλαβή το όνομα της ταυτότητας μου.
Πάνε χρόνια που είμαι άδεια από ταυτότητα.
Καμία χριστουγεννιάτικη ευχή δεν εκπληρώθηκε και ο Άγιος Βασίλης αποδείχτηκε απάτη και του χρειάζεται ισόβια τιμωρία. Σε εκείνον και σε όσους σε παροτρύνουν να αποθέσεις τις ελπίδες και τα όνειρα σου σε κάποιον, πέρα από σένα.
Η πόρτα που έκλεισα πίσω μου έβγαλε έναν ήχο σαν επιθανάτιο ρόγχο.
Δεν κλείδωσα. Πέταξα να κλειδιά στον πρώτο κάδο που βρήκα.
Έφτασα στο λιμάνι στις έξι.
Τόσο νωρίς.
Κάθισα στο παγκάκι δίπλα στο λιμάνι.
Το πρώτο σφύριγμα του πλοίου δεν άργησε.
Μούδιασα. Κάτι μέσα μου ήθελε να ξεσπάσει.
Εντελώς αμήχανα έψαξα πάλι το εισιτήριο. Ήταν στην τσέπη μου.  Σταθερό και μόνο.
Δεύτερο σφύριγμα.
Έπρεπε να σηκώσω την βαλίτσα από το πάτωμα. Ξαφνικά ασήκωτη.
Γαμώτο.
Το εισιτήριο εκεί. Και έμοιαζε λίγο, πολύ λίγο.
Με ένα εισιτήριο δεν θα έφτανα ποτέ στον προορισμό μου.
Άφησα τη βαλίτσα εκεί και έφυγα.
Έτρεξα πάλι προς την πόλη.
Πήρα μια βαθιά ανάσα αισιοδοξίας και ευχήθηκα να αγαπηθώ και να αγαπήσω.
Αν μοναξιά μέσα μου, μοναξιά παντού, σκέφτηκα.
Ποια μοναξιά και ποια φυγή θα αντικαταστήσει την πληρότητα της αγάπης;
Πέταξα από πάνω μου τις πεποιθήσεις που από μικρή έτρωγα σαν γλυκό του κουταλιού.
Όλα για το καλό μου.
Να είσαι δυνατή. Μπορείς και μόνη. Όλα τα μπορείς.  Είσαι ο άντρας της ζωή σου. Μη κλαις, μη λυγίζεις. Δεν σε φοβάμαι εσένα.
Μάθε να δουλεύεις πολύ. Να μαγειρεύεις καλά. Να είσαι νοικοκυρά. Μη συμβιβάζεσαι, δεν σου αξίζει.
Μπορείς και μόνη σου, δεν σε φοβάμαι εσένα.
Τι αφόρητη μόδα η μοναξιά.
Έτσι είναι η ζωή…
Αφίξεις και αναχωρήσεις! Ο τρόπος που φεύγει κάποιος ή έρχεται, εξαρτάται πάντα από το πόση αλήθεια διήνυσε προς το μέσα του! Η ευθύνη, θα είναι πάντα όλη δική μας….!
Σταυρούλα Ζάμπρα